ἀλωπεκοειδῆ

ἀλωπεκοειδῆ
ἀλωπεκοειδής
like fox
neut nom/voc/acc pl (attic epic doric)
ἀλωπεκοειδής
like fox
masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic)
ἀλωπεκοειδής
like fox
masc/fem acc sg (attic epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • σκύλος — Δακτυλοβάμον θηλαστικό της οικογένειας των Κυνιδών, της τάξης των σαρκοφάγων. Ανάλογα με τις ράτσες, ο κατοικίδιος σ. (Canis familiaris) έχει σχήμα και όψεις αξιοσημείωτα διαφορετικές· οι διαστάσεις του μπορούν να ποικίλλουν από πάνω από 90 εκ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”